Πέμπτη 20 Ιουλίου 2017

Επιστολή απάντησης σε ένα κείμενο της Εργατικής Αλληλεγγύης

Συντρόφισσες και σύντροφοι

Στο φύλλο της Εργατικής Αλληλεγγύης της 21/06/2017 (https://ergatiki.gr/article.php?id=16076) δημοσιεύεται ένας σύντομος απολογισμός της αντιπροσωπείας του ΣΕΚ στο ΠΣΟ για τη συνεδρίαση του οργάνου στις 18 Ιούνη. Είναι γεγονός πως η αδυναμία του ΠΣΟ να καταλήξει σε απόφαση είναι ένα σήμα κινδύνου, αναδεικνύοντας ότι σήμερα δεν υπάρχει ένα αδιαμφισβήτητο ηγεμονικό σχέδιο στην ΑΤΝΑΡΣΥΑ, παρά τα σημαντικά πολιτικά και προγραμματικά κεκτημένα της. Είναι πεποίθησή μας ότι αν δεν φοβηθούμε τη ζύμωση, η αδυναμία αυτή μπορεί να λειτουργήσει τελικά θετικά, βοηθώντας στην αποσαφήνιση της πολιτικής παρέμβασης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Το άρθρο, ωστόσο, παρουσιάζει μια επιλεκτική και μονόπλευρη εικόνα του ΠΣΟ όταν δηλώνει πως «αποδοκιμάστηκαν οι τάσεις εγκλωβισμού της ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε σεκταριστική απομόνωση». Η Πρωτοβουλία για μια ΑΝΤΑΡΣΥΑ Αντικαπιταλιστική και Επαναστατική καταψήφισε το κείμενο του ΠΣΟ για τους εντελώς αντίθετους λόγους, επειδή δηλαδή δεν ξεκαθάριζε πως πολιτική και εκλογική συνεργασία με τη ΛαΕ είναι αδύνατη και επειδή διαιώνιζε μια «πολιτική συνεργασία» για την οποία δεν υπάρχει πολιτικό έδαφος. Μια σειρά ακόμα συντρόφων και συντροφισσών, ανένταχτων ή ενταγμένων σε οργανώσεις, διατύπωσαν παρόμοιες ανησυχίες με την Πρωτοβουλία, παρότι επέλεξαν να δώσουν την κριτική τους ψήφο στο κείμενο του ΠΣΟ. Το γεγονός ότι το κείμενο της αντιπροσωπείας του ΣΕΚ αποκρύπτει αυτή την τρίτη άποψη έχει σαφή στόχο: να πιέσει για μια «καλύτερη σύνθεση» της εισήγησης με τις δικές τους απόψεις. Η αποσιώπηση απόψεων που λειτουργούν αντίρροπα σε μια τέτοια κατεύθυνση, όμως, δεν είναι αποδεκτό μέσο για το σκοπό αυτό.
Υπενθυμίζουμε την τοποθέτηση της Πρωτοβουλίας, αντιγράφοντας από τον απολογισμό της:
[…] η Πρωτοβουλία για μια ΑΝΤΑΡΣΥΑ Αντικαπιταλιστική και Επαναστατική, μαζί με ένα ακόμα τμήμα του ΠΣΟ, υπερασπίστηκε στη συνεδρίαση της 18ης του Ιούνη έναν προσανατολισμό διαφορετικό από την κεντρική εισήγηση, αλλά και από την αντιπολίτευση εκείνη που θεωρούσε την εισήγηση σεκταριστική και προέκρινε μια ακόμα πιο πλατιά πολιτική συμμαχιών. Η Πρωτοβουλία προέβαλε μια τρίτη θέση, προτείνοντας μια εκτεταμένη τροποποίηση που αφενός έλεγε ρητά πως δεν υπάρχει θέμα πολιτικής και εκλογικής συμμαχίας με τη ΛαΕ, αφετέρου έκανε τον απολογισμό των πολιτικών συναντήσεων των τελευταίων μηνών, λέγοντας ευθέως πως δεν υπάρχει έδαφος για «πολιτική συνεργασία» με τις αμφιταλαντευόμενες οργανώσεις που αποχώρησαν από το ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ. Αντιθέτως, προέκρινε την ενότητα στη δράση πάνω σε συγκεκριμένους στόχους, την οικοδόμηση κινηματικών δομών και οργάνων και μια δουλειά υποδομής για την ενίσχυση του διακριτού αντικαπιταλιστικού πόλου που εκπροσωπεί η ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Στο βαθμό που η κεντρική αυτή τροποποίηση δεν υπερψηφίστηκε παρά από μια μειοψηφία του ΠΣΟ, η Πρωτοβουλία δεν μπορούσε να υπερψηφίσει την εισήγηση.
Η λογική της καταψήφισης από την πλευρά μας, βέβαια, ήταν αντιδιαμετρικά αντίθετη με την λογική με την οποία ένα άλλο τμήμα του ΠΣΟ καταψήφισε την εισήγηση. Η «αντισεκταριστική» αντιπολίτευση ανάλωσε πρακτικά όλο το χρόνο της παρέμβασής της σε έναν αγώνα να μετριαστεί η κριτική στη ΛαΕ, να μην πάρει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ τις απαραίτητες αποστάσεις από το φόρουμ για ένα «αντιμνημονιακό πατριωτικό μέτωπο» και να παραμείνει το κείμενο όσο το δυνατόν περισσότερο ανοιχτό σε συνεργασίες με μη αντικαπιταλιστικά, ρεφορμιστικά ρεύματα […]
Μπορούμε να συμφωνήσουμε με τις δυνατότητες που διαβλέπει το κείμενο της αντιπροσωπείας του ΣΕΚ για την ανάπτυξη της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, για τη σημασία της ενότητας στη δράση κλπ. Ωστόσο, η συζήτηση στο ΠΣΟ στην πραγματικότητα δεν επικεντρώθηκε σε αυτά τα θέματα, αλλά περιστράφηκε  γύρω από ένα διπλό, συγκεκριμένο ζήτημα: τις σχέσεις με τη ΛαΕ και τη συνέχιση της πρότασης «πολιτικής συνεργασίας», κυρίως με δυνάμεις που ήρθαν σε ρήξη με το ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ. Στο κεντρικό αυτό θέμα, οι απόψεις του ΣΕΚ (όπως και της ΕΠΠΔ, που κινήθηκε κατά το μεγαλύτερο μέρος στην ίδια γραμμή) μας βρίσκουν ακόμα περισσότερο αντίθετους από τις συμβιβαστικές και θολές διατυπώσεις της εισήγησης. Η αντιπροσωπεία του ΣΕΚ προσπάθησε επίμονα να αφήσει ανοιχτή την δυνατότητα συνεργασίας με τη ΛαΕ και γενικότερα με τον ρεφορμισμό, στο πλαίσιο μιας πολιτικής που «απλώνει το χέρι για να τραβήξει δυνάμεις στην πάλη για την αντικαπιταλιστική ανατροπή». Η λογική αυτής της άποψης είναι πως, απλώνοντας το χέρι της συνεργασίας στις ηγεσίες του ρεφορμισμού, η αντικαπιταλιστική αριστερά βρίσκεται ενώπιον μιας win-win κατάστασης: είτε οι ηγεσίες θα το πάρουν, οπότε θα τραβηχτούν αριστερά, είτε θα το απορρίψουν, οπότε η βάση των κομμάτων τους θα βγάλει τα συμπεράσματά της.
Τι μας λέει όμως η πρόσφατη εμπειρία εκείνων που προσπάθησαν να απλώσουν το χέρι σε ρεφορμιστικές γραφειοκρατίες; Τράβηξαν κάποιον στην κατεύθυνσή τους, ή αντιθέτως είτε απορροφήθηκαν οι ίδιοι από τον ρεφορμισμό είτε απλώς έχασαν κάθε πολιτική επιρροή; Βοήθησαν τη βάση να βγάλει συμπεράσματα ή, αντιθέτως, έσπειραν σύγχυση και τελικά απογοήτευση; Ας μην ξεχνάμε πως τα μέλη των πιο αριστερών τάσεων της μετέπειτα ΛαΕ συμμετείχαν στον ΣΥΡΙΖΑ στο πλαίσιο μιας τέτοιας λογικής, υπολογίζοντας πως μετά την επερχόμενη «προδοσία» της ηγεσίας Τσίπρα η βάση θα τους ακολουθήσει, γιατί τους είχε τόσο καιρό δίπλα της. Κι όμως, αντί να τραβήξει τη βάση, η ΛαΕ βρίσκεται σήμερα στη μεγαλύτερη κρίση από όλους τους χώρους στα αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ.
Όλα αυτά θα πρέπει να συζητηθούν πολύ σοβαρά. Αλλά η σοβαρή αυτή συζήτηση δεν διευκολύνεται από την αποσιώπηση απόψεων και από την προσπάθεια του περιορισμού της σε ένα δίπολο μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οργανώσεων. Στο τελευταίο αυτό σημείο, δυστυχώς, η Εργατική Αλληλεγγύη και το ΠΡΙΝ συμπίπτουν.

Συντροφικά

Πρωτοβουλία για μια ΑΝΤΑΡΣΥΑ Αντικαπιταλιστική και Επαναστατική

Τετάρτη 12 Ιουλίου 2017

Άμεση ανάγκη για μια κεντρική, πολιτική, αντικαπιταλιστική πρόταση

Νίκος Ταμβακλής

Τα αδιέξοδα της τρέχουσας, παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του καπιταλισμού δεν εκδηλώνονται μόνο με την γενικότερη ένταση των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και τις πολλαπλασιαζόμενες στρατιωτικές επεμβάσεις στις χώρες της περιφέρειας. Αυξάνεται επίσης η κοινωνική ένταση και η πολιτική αστάθεια του κοινοβουλευτικού πολιτικού συστήματος, στο εσωτερικό των ανεπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών.
Στο διεθνές επίπεδο, η οριακή και αμφισβητούμενη εκλογή του Τραμπ στις ΗΠΑ έφερε ασφαλώς και μια σειρά από νέες αλυσιδωτές εξελίξεις, με τελευταία τη νέα «εστία έντασης» στη Μ. Ανατολή που προκλήθηκε από τον αποκλεισμό του Κατάρ.Μια ένταση που πυροδοτήθηκε μετά από τον ανεκδιήγητο «χορό των σπαθιών»του Τραμπ με τους σεΐχηδες της Σαουδικής Αραβίας (αφού έκλεισε την εμπορική συμφωνία για την κολοσσιαία προμήθεια στρατιωτικού εξοπλισμού ύψους 380 δις)και ανέδειξε ανάγλυφα το βαθμό της επικινδυνότητας αλλά και της σχετικής αυτονομίας μιας τυχοδιωκτικής και παρακμιακής πολιτικής ηγεσίας. Οι οργισμένες «αντι-Τραμπ» αντιδράσεις και κοινωνικές κινητοποιήσεις στο εσωτερικό των ΗΠΑ πολλαπλασιάζονται (με αφορμή είτε την επιχειρούμενη κατάργηση του εθνικού συστήματος υγείας, είτε την κυνική στάση του απέναντι στο εφιαλτικό φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής, είτε την αστυνομική ρατσιστική βία), χωρίς όμως η αμερικανική εργατική τάξη και τα κοινωνικά κινήματα να μπορούν μέχρι σήμερα να συγκροτήσουν μια αξιόπιστη, κεντρική πολιτική απάντηση πέρα από τον ρεφορμισμό του Μπέρνι Σάντερς.Η διαμόρφωση ωστόσο μιας τέτοιας απάντησης στη καρδιά του ισχυρότερου πόλου του ιμπεριαλισμού, αποκτά μια κρίσιμη σημασία για το παγκόσμιο εργατικό κίνημα.