Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2016

Κείμενο συμβολής και προτάσεων προς τις τοπικές και τα όργανα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ

Δυναμική και στασιμότητα στην περίοδο
Η περίοδος είναι ασφαλώς δύσκολη και αντιφατική. Μάχες έχουν χαθεί, μέτρα έχουν περάσει, η αυτοπεποίθηση της εργατικής τάξης έχει πέσει, η διάλυση της κοινοβουλευτικής απάτης του ΣΥΡΙΖΑ, στο βαθμό που απουσιάζει μια μαζική επαναστατική αντιπρόταση, έχει απογοητεύσει αγωνιστικά στρώματα
Από την άλλη, όμως, το σύστημα αδυνατεί να σταθεροποιηθεί οικονομικά και πολιτικά. Ταυτόχρονα, η εργατική τάξη έχει συλλέξει μεγάλη πολιτική εμπειρία από τους αγώνες των τελευταίων χρόνων, και δεν έχει ηττηθεί ιστορικά (δεν έχει χάσει την ικανότητά της να αγωνίζεται). Ένας νέος γύρος αγωνιστικών εκρήξεων είναι, επομένως, απολύτως δυνατός και πιθανός. Το αμέσως επόμενο διάστημα θα υπάρξουν ευκαιρίες, καθώς η κυβέρνηση επιχειρεί να περάσει όχι απλώς έκτακτα μνημονιακά μέτρα (περικοπές κλπ), αλλά και στρατηγικές θεσμικές αναδιαρθρώσεις υπέρ του κεφαλαίου. Χωρίς κανείς να μπορεί να προβλέψει ακριβώς τι θα κινητοποιήσει την εργατική τάξη, μπορούμε να προσδιορίσουμε τα βασικά μέτωπα: νέος εργασιακός/συνδικαλιστικός νόμος, ιδιωτικοποιήσεις, προσφυγικό, εκπαιδευτική μεταρρύθμιση.
Ωστόσο, στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ συνεχίζεται μια άγονη σχηματική αντιπαράθεση μεταξύ ηττοπάθειας και υπεραισιοδοξίας, μεταξύ δύο λανθασμένων απόψεων.
Σύμφωνα με την πρώτη, διάγουμε περίοδο ήττας, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι δεν υπάρχει άμεση προοπτική μαζικών αγώνων. Χρειαζόμαστε, επομένως, ένα σχέδιο πολιτικής ανασυγκρότησης, που καταλήγει στην πρόταση για ένα πιο ευρύ πολιτικό μέτωπο, μαζί με μη αντικαπιταλιστικές δυνάμεις, γιατί δεν έχουμε την πολυτέλεια να είμαστε μόνοι μας. Η αντίληψη αυτή όχι μόνο επαναφέρει διαρκώς νέες εκδοχές της “συμπόρευσης”, αλλά μειώνει και τα άμεσα κινηματικά αντανακλαστικά.

Σάββατο 5 Μαρτίου 2016

Μετωπικά λάβαρα στην έρημο της συμπόρευσης. Μια οφειλόμενη απάντηση σε ένα κείμενο συμβολής

Διαβάσαμε πρόσφατα το συλλογικό κείμενο με τίτλο: “Να πάμε μπροστά για τις νικηφόρες ανταρσίες του μέλλοντός μας. ΑΝΤΑΡΣΥΑ μαχόμενη, ενιαία, δημοκρατική”, το οποίο μεταξύ άλλων κάνει και (σχεδόν) ευθεία κριτική στην Πρωτοβουλία για μια ΑΝΤΑΡΣΥΑ Αντικαπιταλιστική και Επαναστατική. Χρειάζεται μια απάντηση τόσο στο ίδιο το κείμενο, όσο και στα πολιτικά θέματα που εγείρει.
Κατ' αρχάς είναι αρκετά απογοητευτικό το γεγονός ότι υπογράφοντες και υπογράφουσες, ορισμένοι εκ των οποίων έχουν επιμείνει στο παρελθόν στην ανάγκη ο διάλογος να γίνεται συντροφικά και πολιτισμένα, καταφεύγουν τώρα σε μια χονδροειδή και υβριστική πολεμική εναντίον όσων δεν συμφωνούν με την μετωπική πολιτική της “συμπόρευσης”. Η αναφορά σε αυτούς που είναι ή θέλουν να κάνουν την ΑΝΤΑΡΣΥΑ μια “αντικαπιταλιστική επαναστατική σέχτα που θα αυτοαναγορεύεται σε επαναστατική δύναμη” αφορά προφανώς την Πρωτοβουλία. Οι υπογράφοντες και υπογράφουσες μας πληροφορούν ότι το “ανέμισμα λαβάρων στην έρημο” είναι εύκολη και μπανάλ πρακτική. Ας θυμίσουμε ότι εξίσου εύκολη και μπανάλ πρακτική είναι ο στιγματισμός κάθε κριτικής από τα αριστερά ως περιθωριακής, απομονωτικής, σεχταριστικής.

Κυριακή 7 Φεβρουαρίου 2016

Μια διακριτή πρόταση για την 3η Συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και για την επόμενη μέρα

Τους τελευταίους μήνες, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ προχώρησε, εκ των πραγμάτων, σε ορισμένες απαραίτητες πολιτικές και προγραμματικές αποσαφηνίσεις. Η αταλάντευτη αντιπολίτευση στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ από τη σκοπιά των εργατικών συμφερόντων, η πρωταγωνιστική της στάση στις κινητοποιήσεις πριν το δημοψήφισμα και η θέση που έχει κατακτήσει στο κίνημα της δίνουν τη δυνατότητα να αποτελέσει έναν μαζικό πόλο της αντικαπιταλιστικής αριστεράς κι ένα εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο στην ταξική πάλη. Η κάθοδος στις εκλογές με ένα αυτόνομο ψηφοδέλτιο, παρότι δεν αποφασίστηκε εύκολα και χωρίς αντιφάσεις, ήταν ένα κρίσιμο στοιχείο για αυτή την προοπτική.
Η συνδιάσκεψη του Μάρτη παρέχει την ευκαιρία να εμπεδωθεί μια νέα τροχιά, μακριά από τα λάθη του παρελθόντος. Κρύβει, όμως, και σοβαρούς κινδύνους: να διαιωνιστεί η αβεβαιότητα, οι αντιφάσεις και οι παλινωδίες μεταξύ δύο διαφορετικών σχεδίων, της πολιτικής αυτοτέλειας του αντικαπιταλιστικού χώρου, από τη μια, και της συγχώνευσης με μη αντικαπιταλιστικές, ρεφορμιστικές δυνάμεις στο πλαίσιο ενός ευρύτερου πολιτικού μετώπου ή “πολιτικής συνεργασίας”.
Αυτό που βασικά κρίνεται στη συνδιάσκεψη δεν είναι η μια ή η άλλη εκτίμηση, ούτε το ένα ή το άλλο επιμέρους σύνθημα ή προγραμματικό σημείο. Πολλά από αυτά τίθενται σωστά στα κείμενα. Αυτό που πραγματικά κρίνεται, όμως, είναι ένα ζήτημα προσανατολισμού.